Ανάπτυξη των Εξαγωγών, αλλά και Διατήρηση των Διαρθρωτικών Αδυναμιών
Παρότι από την περίοδο της οικονομικής κρίσης οι ελληνικές εξαγωγές παρουσίασαν εντυπωσιακή άνοδο, οι διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας εξακολουθούν να υφίστανται χωρίς σημαντικές βελτιώσεις. Αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που οι εξαγωγές αυξάνονται, το εμπορικό ισοζύγιο δεν ωφελείται ουσιαστικά, καθώς οι εισαγωγές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.
Τον Ιανουάριο του 2025, η συνολική αξία των εξαγωγών (εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών) ανήλθε στα 2,956 δισεκατομμύρια ευρώ, έναντι 2,670 δισεκατομμυρίων ευρώ τον Ιανουάριο του 2024, καταγράφοντας αύξηση 267 εκατομμυρίων ευρώ.
Παράλληλη Αύξηση Εξαγωγών και Εισαγωγών
Ωστόσο, παρά τη θετική εξέλιξη στις εξαγωγές, οι εισαγωγές αυξήθηκαν με ακόμη μεγαλύτερο ρυθμό. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2025, η αξία των εισαγωγών έφτασε τα 5,126 δισεκατομμύρια ευρώ, από 4,666 δισεκατομμύρια ευρώ τον Ιανουάριο του 2024, σημειώνοντας άνοδο 460 εκατομμυρίων ευρώ.
Ως αποτέλεσμα, το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε κατά 193 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η ίδια τάση συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024.
Διεύρυνση του Εμπορικού Ελλείμματος
Σε ετήσια βάση, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε σημαντικά. Συγκεκριμένα, οι ελληνικές εξαγωγές (χωρίς τα πετρελαιοειδή) αυξήθηκαν κατά 820 εκατομμύρια ευρώ το 2024, αγγίζοντας τα 36,1 δισεκατομμύρια ευρώ, από 35,27 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023 – μια άνοδος της τάξης του 2,3%.
Αντίστοιχα, οι εισαγωγές, χωρίς τα πετρελαιοειδή, αυξήθηκαν κατά 2,24 δισεκατομμύρια ευρώ ή 3,6%, φτάνοντας τα 63,86 δισεκατομμύρια ευρώ από 61,62 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023.
Ως συνέπεια, το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε κατά 1,43 δισεκατομμύρια ευρώ, διαμορφούμενο στα 27,7 δισεκατομμύρια ευρώ (εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών).
Η Κρίση ως Παράγοντας Ενίσχυσης της Εξωστρέφειας
Η παγκόσμια οικονομική κρίση, ιδιαίτερα στα πρώτα της χρόνια, ώθησε πολλές ελληνικές επιχειρήσεις – κυρίως από τον κλάδο των τροφίμων – να στραφούν στις διεθνείς αγορές, καθώς η εγχώρια κατανάλωση περιοριζόταν δραματικά.
Για να διατηρηθούν ζωντανές, οι επιχειρήσεις αυτές προσπάθησαν με κάθε τρόπο να αυξήσουν την παρουσία τους εκτός συνόρων, συμμετέχοντας σε διεθνείς εμπορικές εκθέσεις και επεκτείνοντας τις δραστηριότητές τους σε νέες αγορές.
Η εξαγωγική τους προσπάθεια συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, με στόχο την περαιτέρω αύξηση των πωλήσεων στο εξωτερικό, γεγονός που έχει οδηγήσει την ελληνική εξαγωγική δραστηριότητα σε συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια.
Η Προειδοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδος
Ακόμη και το 2024, μια χρονιά που δεν ήταν ιδιαίτερα αποδοτική, οι ελληνικές επιχειρήσεις κατάφεραν να ανακάμψουν στο δεύτερο εξάμηνο του έτους και να σημειώσουν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης στις εξαγωγές.
Παρόλα αυτά, το πρόβλημα της διεύρυνσης του εμπορικού ελλείμματος παραμένει κρίσιμο. Η Τράπεζα της Ελλάδος, υπό τον διοικητή της, Γιάννη Στουρνάρα, έχει επανειλημμένα επισημάνει ότι η αυξανόμενη εξάρτηση από εισαγόμενες πρώτες ύλες επιβαρύνει το εμπορικό ισοζύγιο και κατ’ επέκταση το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας.
Επομένως, η αύξηση των εξαγωγών δεν είναι αρκετή για να εξισορροπήσει το έλλειμμα, καθώς η παράλληλη αύξηση των εισαγωγών αντισταθμίζει τα κέρδη από τις εξαγωγές, οδηγώντας τελικά σε μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα.
Η Επιτακτική Ανάγκη για Ενίσχυση της Εγχώριας Παραγωγής
Για να βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο και να περιοριστεί η εξάρτηση από τις εισαγωγές, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή.
Η διεθνής οικονομική αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με τις προστατευτικές πολιτικές που προωθούνται από χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθιστούν αναγκαία την ανάπτυξη ισχυρότερων παραγωγικών δομών στην Ελλάδα.
Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας θα επιτρέψει στις ελληνικές επιχειρήσεις να παράγουν ποιοτικά προϊόντα που θα μπορούν να ανταγωνιστούν τα ξένα, μειώνοντας έτσι την ανάγκη για εισαγωγές.
Εάν η ελληνική οικονομία στραφεί στην ανάπτυξη καινοτόμων και υψηλής ποιότητας προϊόντων, οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να αυξάνονται χωρίς να επιβαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο, διασφαλίζοντας έτσι τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα της χώρας.