Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η οποία δημοσιοποίησε σχετική έκθεση την Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025, η ζήτηση για επιχειρηματικά δάνεια κατέγραψε άνοδο κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2024. Παράλληλα, τα κριτήρια χορήγησης δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) παρέμειναν αμετάβλητα, διατηρώντας τη σταθερότητα που είχε καταγραφεί και στο τρίτο τρίμηνο του ίδιου έτους. Επιπλέον, οι συνολικοί όροι χορήγησης επιχειρηματικών δανείων δεν παρουσίασαν σημαντικές διαφοροποιήσεις.
Αναφορικά με τα νοικοκυριά, η Τράπεζα της Ελλάδος ανέφερε πως τα κριτήρια χορήγησης δανείων παρέμειναν αμετάβλητα, διατηρώντας τη σταθερότητα που είχε ήδη σημειωθεί στο προηγούμενο τρίμηνο. Παρότι τα καταναλωτικά δάνεια δεν παρουσίασαν μεταβολές στους όρους χορήγησης, τα στεγαστικά δάνεια παρουσίασαν ελαφρές προσαρμογές, χωρίς όμως να επηρεάζουν δραστικά την τραπεζική πολιτική. Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη, ενώ για τα καταναλωτικά παρέμεινε σταθερή.
Κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2024, τα κριτήρια που διέπουν τη χορήγηση δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις δεν παρουσίασαν μεταβολές σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, στοιχείο που συνάδει με τις εκτιμήσεις που είχαν καταγραφεί σε προηγούμενες έρευνες της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι ελληνικές τράπεζες προβλέπουν ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί και στο πρώτο τρίμηνο του 2025, διατηρώντας τις ίδιες προϋποθέσεις δανειοδότησης.
Παρόλο που οι συνολικοί όροι χορήγησης δανείων προς τις επιχειρήσεις παρέμειναν σταθεροί, σημειώθηκαν ορισμένες αλλαγές στις επιτοκιακές πολιτικές. Ειδικότερα, λόγω της βελτίωσης της ρευστότητας των τραπεζών και της γενικότερης οικονομικής ανάκαμψης, παρατηρήθηκε μια μείωση στα επιτόκια δανεισμού, καθώς και στο περιθώριο επιτοκίων για τα συνήθη επιχειρηματικά δάνεια.
Σχετικά με τη ζήτηση των δανείων από τις επιχειρήσεις, κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2024 υπήρξε αύξηση, κυρίως στα μακροπρόθεσμα δάνεια. Αυτή η αύξηση αποδίδεται κυρίως στην αυξημένη ανάγκη χρηματοδότησης από ειδικές επιχειρήσεις («Εταιρείες Ειδικού Σκοπού»), που στοχεύουν στην κάλυψη αναγκών κεφαλαίου κίνησης και σχηματισμού αποθεμάτων. Ωστόσο, για το πρώτο τρίμηνο του 2025, οι τράπεζες εκτιμούν ότι η συνολική ζήτηση θα παραμείνει σε σταθερά επίπεδα, με εξαίρεση τα βραχυπρόθεσμα δάνεια, για τα οποία αναμένεται μια μικρή αύξηση.
Τέλος, το ποσοστό των αιτήσεων επιχειρηματικών δανείων που απορρίφθηκαν στο τέταρτο τρίμηνο του 2024 δεν παρουσίασε καμία αλλαγή σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, δείχνοντας μια σταθερή τάση στον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες αξιολογούν τις αιτήσεις δανειοδότησης.
Όσον αφορά τα δάνεια προς τα νοικοκυριά, τα κριτήρια χορήγησης παρέμειναν αμετάβλητα στο τέταρτο τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο. Ειδικότερα, τα στεγαστικά δάνεια παρουσίασαν σταθερότητα στους συνολικούς όρους χορήγησης, ενώ υπήρξε μια μικρή μείωση στις λοιπές επιβαρύνσεις εκτός τόκων, γεγονός που ενδεχομένως να διευκολύνει ελαφρώς τους νέους δανειολήπτες.
Αντίστοιχα, οι συνολικοί όροι για τα καταναλωτικά και λοιπά προσωπικά δάνεια δεν παρουσίασαν αλλαγές. Με βάση τις προβλέψεις για το πρώτο τρίμηνο του 2025, η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει ότι τα κριτήρια χορήγησης στεγαστικών δανείων θα παραμείνουν σχεδόν αμετάβλητα, ενώ για τα καταναλωτικά δάνεια δεν αναμένονται διαφοροποιήσεις.
Αναφορικά με τη ζήτηση, η τάση στο τέταρτο τρίμηνο του 2024 έδειξε πως τα στεγαστικά δάνεια είχαν σχεδόν αμετάβλητη ζήτηση, ενώ τα καταναλωτικά δάνεια διατήρησαν σταθερό ρυθμό αιτήσεων. Ωστόσο, για το πρώτο τρίμηνο του 2025, η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια θα αυξηθεί, ενδεχομένως λόγω προσδοκιών για ευνοϊκότερες συνθήκες αγοράς ακινήτων ή βελτίωσης των οικονομικών προοπτικών των νοικοκυριών. Αντίθετα, η ζήτηση για καταναλωτικά δάνεια αναμένεται να παραμείνει αμετάβλητη.
Τέλος, το ποσοστό των αιτήσεων για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που απορρίφθηκαν παρέμεινε αμετάβλητο το τέταρτο τρίμηνο του 2024, γεγονός που δείχνει ότι οι τράπεζες διατήρησαν την ίδια προσέγγιση αξιολόγησης των αιτήσεων δανειοδότησης, χωρίς αυστηροποίηση των όρων έγκρισης.