Η ευρωπαϊκή ναυτιλία βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με τις πρώτες απτές οικονομικές συνέπειες από την υπαγωγή της στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της ΕΕ (EU ETS). Ο μηχανισμός αυτός, που στηρίζεται στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», σηματοδοτεί μια νέα εποχή αυξημένων δαπανών και αυστηρότερων υποχρεώσεων συμμόρφωσης για τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις.
Κεντρικό εργαλείο του συστήματος αποτελεί η πλατφόρμα MRV (Monitoring, Reporting and Verification), η οποία καταγράφει και επαληθεύει τις εκπομπές των πλοίων που προσεγγίζουν ευρωπαϊκά λιμάνια. Σύμφωνα με ανάλυση της Drewry, το 2024 περίπου 13.000 πλοία δήλωσαν εκπομπές που συνολικά ανήλθαν σε 90 εκατομμύρια τόνους CO₂. Ο όγκος αυτός αντιστοιχεί στο 40% των δικαιωμάτων εκπομπών (EUAs) που οι εταιρείες οφείλουν να παραδώσουν έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2025.
Η ποσότητα είναι αισθητά αυξημένη σε σχέση με το 2023 – κατά περίπου 14% – γεγονός που συνδέεται με την αποφυγή της Διώρυγας του Σουέζ λόγω της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα. Η εκτροπή μεγάλου αριθμού πλοίων μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας οδήγησε σε σημαντικά μεγαλύτερες διαδρομές και, κατ’ επέκταση, σε περισσότερες εκπομπές.
Με την τιμή των δικαιωμάτων EUA να κυμαίνεται γύρω στα 70 ευρώ ανά τόνο CO₂, η Drewry υπολογίζει ότι ο κλάδος θα βρεθεί αντιμέτωπος με κόστος περίπου 2,9 δισ. δολαρίων τον Οκτώβριο του 2025. Ωστόσο, μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου και την πλήρη εφαρμογή του καθεστώτος, το ετήσιο κόστος εκτιμάται ότι θα φθάσει σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, αγγίζοντας τα 7,5 δισ. δολάρια.
Ασυμμετρίες στον κλάδο των containerships
Η μελέτη καταδεικνύει ότι η επιβάρυνση δεν είναι ομοιόμορφη. Παρότι τα containerships αποτελούν μόλις το 16% του αριθμού των πλοίων και το 21% της συνολικής μεταφορικής ικανότητας, παράγουν το 34% των συνολικών εκπομπών. Έτσι, ο συγκεκριμένος τομέας αναδεικνύεται ως ο πιο «εκτεθειμένος» στην αυξημένη οικονομική πίεση.
Οι στρατηγικές προσαρμογής των εταιρειών
Απέναντι σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, πολλές ναυτιλιακές εταιρείες στρέφονται σε λύσεις που μειώνουν τις εκπομπές και περιορίζουν το κόστος συμμόρφωσης. Τα μέτρα περιλαμβάνουν:
Χρήση βιώσιμων βιοκαυσίμων και δοκιμές εναλλακτικών καυσίμων.
Εισαγωγή πλοίων νέας γενιάς με μηχανές διπλού καυσίμου.
Εγκατάσταση συστημάτων ενεργειακής απόδοσης και επιστρώσεων χαμηλής τριβής.
Αναπροσαρμογή δρομολογίων ώστε να μειώνεται η κατανάλωση καυσίμων.
Η μετάβαση αυτή, αν και δαπανηρή και τεχνικά απαιτητική, θεωρείται απαραίτητη για τη διατήρηση της πρόσβασης στα λιμάνια της ΕΕ χωρίς σοβαρή απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Το διεθνές πλαίσιο – Ο ρόλος του ΙΜΟ
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να συντονίσει την πολιτική της με το επικείμενο Net Zero Framework (NZF) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), το οποίο αναμένεται να υιοθετηθεί τον Οκτώβριο του 2025.
Το NZF θα αποτελέσει το πρώτο παγκόσμιο σύστημα τιμολόγησης εκπομπών που θα καλύπτει το σύνολο της ναυτιλίας, εισάγοντας έναν μηχανισμό που επιτρέπει στους ναυλωτές και φορτωτές (charterers) να μετακυλίουν μέρος του κόστους συμμόρφωσης στους πλοιοκτήτες. Με αυτόν τον τρόπο, η οικονομική επιβάρυνση θα κατανέμεται πιο ισορροπημένα στην αλυσίδα μεταφορών και δεν θα επωμίζονται αποκλειστικά οι πλοιοκτήτες.
Ένα τεστ αντοχής για τη ναυτιλία
Η ενσωμάτωση της ναυτιλίας στο EU ETS σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής για τον κλάδο, όπου οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταφράζονται πλέον σε συγκεκριμένα και υψηλά χρηματικά ποσά. Όπως δείχνουν τα στοιχεία της Drewry, η προσαρμογή δεν θα είναι εύκολη και η επόμενη διετία θα αποτελέσει κρίσιμο τεστ αντοχής.
Η πρόκληση, ωστόσο, δεν περιορίζεται μόνο στο οικονομικό ή τεχνολογικό σκέλος· είναι κυρίως στρατηγική: το πώς η ευρωπαϊκή και διεθνής ναυτιλία θα μπορέσει να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της σε ένα περιβάλλον όπου η περιβαλλοντική συμμόρφωση συνδέεται άμεσα με δισεκατομμύρια δολάρια σε κόστος.