Στο 2,3% η ανάπτυξη φέτος με επενδύσεις και ενισχύσεις 9,5 δισ. ευρώ

Το υπουργείο Οικονομικών εκφράζει συγκρατημένη αλλά βάσιμη αισιοδοξία ότι στο δεύτερο μισό του 2025 η ελληνική οικονομία θα επιδείξει πιο έντονους ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι θα μπορούσαν να αγγίξουν ή ακόμη και να ξεπεράσουν το 2,6%. Ένας τέτοιος ρυθμός θα διασφαλίσει την επίτευξη του ετήσιου στόχου για 2,3%. Κομβικό ρόλο σε αυτήν την πορεία θα διαδραματίσουν τόσο οι μεγάλες επενδύσεις ύψους 8,3 δισ. ευρώ όσο και τα μέτρα ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος, που ανέρχονται σε περίπου 1,2 δισ. ευρώ και έχουν ήδη δρομολογηθεί για εφαρμογή στο αμέσως προσεχές διάστημα.

Η εικόνα στο πρώτο μισό του έτους δεν ήταν το ίδιο ενθαρρυντική. Συγκεκριμένα, η οικονομική δραστηριότητα το δεύτερο τρίμηνο επιβραδύνθηκε, με τον ρυθμό ανάπτυξης να υποχωρεί στο 1,7% από 2,2% που είχε καταγραφεί στο πρώτο τρίμηνο. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται σε εξωγενείς παράγοντες, όπως οι δασμολογικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ και η ένταση στη Μέση Ανατολή μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, η οποία κορυφώθηκε αλλά και έκλεισε τον Ιούνιο. Παρά τα εμπόδια αυτά, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών παρέμεινε σταθερό στη θέση ότι ο ετήσιος στόχος δεν αλλάζει, καθώς εκτιμάται ότι η οικονομία διαθέτει επαρκή δυναμική για να ανακάμψει εντονότερα στο δεύτερο εξάμηνο.

Η αισιοδοξία του υπουργείου στηρίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες: την πορεία των εξαγωγών, την ενίσχυση της κατανάλωσης και την αύξηση των επενδύσεων. Ιδιαίτερα σημαντικές θεωρούνται οι δράσεις που υλοποιούνται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο βρίσκεται στην τελευταία φάση εφαρμογής του και η ελληνική πλευρά δηλώνει αποφασισμένη να αξιοποιήσει πλήρως όλους τους διαθέσιμους πόρους.

Όσον αφορά τις εξαγωγές, αναμένεται ότι η επιβράδυνση στην Ευρωζώνη θα επηρεάσει τις αποστολές αγαθών. Ωστόσο, το βάρος μετατοπίζεται στις υπηρεσίες, με αιχμή του δόρατος τον τουρισμό. Αν και έως τον Ιούνιο παρατηρήθηκε σχετική κόπωση στον κλάδο, η ελπίδα είναι πως από τον Σεπτέμβριο έως τα μέσα Νοεμβρίου –περίοδο κατά την οποία κορυφώνεται η έλευση τουριστών υψηλής δαπάνης– θα σημειωθεί σημαντική ανάκαμψη, η οποία θα ενισχύσει ουσιαστικά τα μεγέθη του ΑΕΠ.

Στον τομέα της ιδιωτικής κατανάλωσης, το υπουργείο υπολογίζει ότι η εφαρμογή των μέτρων στήριξης, συνολικού ύψους 1,1 δισ. ευρώ, θα προσφέρει απτό κίνητρο ενίσχυσης της αγοράς. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η επιστροφή ενός ενοικίου σε περίπου 950.000 νοικοκυριά και η χορήγηση εφάπαξ ενίσχυσης 250 ευρώ σε 1,2 εκατομμύρια συνταξιούχους άνω των 65 ετών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Πρόκειται για πολιτικές που αναμένεται να διοχετευτούν σχεδόν εξ ολοκλήρου στην κατανάλωση, δημιουργώντας θετικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Παράλληλα, ολοκληρώνεται και η αναμόρφωση του μισθολογίου στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας, με πρόσθετη δαπάνη 154 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα μισά περίπου προέρχονται από εσωτερικές ανακατανομές κονδυλίων.

Το μεγαλύτερο όμως στοίχημα αφορά τις επενδύσεις. Για φέτος, οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να αγγίξουν τα 14,6 δισ. ευρώ. Από αυτά, περίπου 7 δισ. ευρώ θα πρέπει να απορροφηθούν και να περάσουν στην πραγματική οικονομία μέσα στους τελευταίους μήνες του έτους. Μόνο από το Ταμείο Ανάκαμψης υπολογίζεται ότι θα διατεθούν επιπλέον 2,8 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2025, ενώ από τα συγχρηματοδοτούμενα έργα (κυρίως μέσω ΕΣΠΑ) θα πρέπει να απορροφηθούν ακόμη 4,4 δισ. ευρώ. Εξίσου σημαντικό ρόλο θα έχουν και οι ιδιωτικές επενδύσεις, με εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για νέα κεφάλαια 1-1,2 δισ. ευρώ στον τομέα του real estate, στο πλαίσιο του προγράμματος Golden Visa.

Συνολικά, η ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας έως το τέλος του έτους αναμένεται να στηριχθεί από ένα μείγμα δημοσίων και ιδιωτικών κεφαλαίων, αλλά και εισοδηματικών ενισχύσεων, ύψους σχεδόν 9,5-9,7 δισ. ευρώ. Πόροι που εκτιμάται ότι θα λειτουργήσουν ως κινητήρια δύναμη όχι μόνο για την ανάπτυξη, αλλά και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, διαμορφώνοντας έτσι θετικότερες προοπτικές για την ελληνική οικονομία.