Δασμοί: Η επόμενη ημέρα από την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Κίνας και ο αντίκτυπος στην ΕΕ

Η προσωρινή συμφωνία μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας την περασμένη Κυριακή, που προβλέπει μείωση των δασμών στο διμερές εμπόριο από τα υπερβολικά επίπεδα του Απριλίου, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

Οι επενδυτές ερμήνευσαν αυτή την εξέλιξη ως μια θετική κατεύθυνση που μειώνει την αβεβαιότητα και περιορίζει τη ζημιά όχι μόνο για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, αλλά και για την παγκόσμια οικονομία συνολικά, η οποία έχει υποστεί σημαντικές πιέσεις από τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεκινήσει η κυβέρνηση Τραμπ.

Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η ανοδική πορεία των μετοχών επιταχύνθηκε, με τον παγκόσμιο δείκτη MSCI να υπερβαίνει αισθητά τα επίπεδα της 2ας Απριλίου – ημερομηνία κατά την οποία ο Τραμπ ανακοίνωσε εκτεταμένους «ανταποδοτικούς» δασμούς σε σχεδόν όλες τις χώρες.

Βέβαια, οι χρηματαγορές είναι συχνά επιρρεπείς στην αισιοδοξία, αγνοώντας πιθανούς κινδύνους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ράλι των μετοχών που ακολούθησε την εκλογή Τραμπ, παρά το γεγονός ότι ήταν ήδη γνωστή η πρόθεσή του να ακολουθήσει επιθετική δασμολογική πολιτική. Η συμφωνία που επετεύχθη στη Γενεύη – μεταξύ του Αμερικανού Υπουργού Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και του Κινέζου Αντιπροέδρου Χε Λιφένγκ – απέτρεψε την πλήρη κατάρρευση του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών. Οι δασμοί της τάξης του 145% από τις ΗΠΑ και 125% από την Κίνα είχαν καταστήσει κάθε εμπορική συναλλαγή ουσιαστικά αδύνατη. Μόλις λίγες εβδομάδες με αυτούς τους εξοντωτικούς συντελεστές ήταν αρκετές για να πλήξουν το επιχειρηματικό κλίμα και στις δύο πλευρές, δεδομένου του υψηλού βαθμού αλληλεξάρτησης των οικονομιών τους.

Η προσωρινή συμφωνία προβλέπει μεγαλύτερη από την αναμενόμενη αποκλιμάκωση των δασμών για χρονικό διάστημα 90 ημερών, γεγονός που ενίσχυσε το επενδυτικό κλίμα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, θα επιχειρηθεί η επίτευξη μιας πιο σταθερής και μακροχρόνιας διευθέτησης. Για το εν λόγω διάστημα, οι ΗΠΑ θα εφαρμόσουν δασμούς 30% στις περισσότερες εισαγωγές από την Κίνα – ποσοστό που συνδυάζει τον βασικό συντελεστή 10% που ισχύει από τις αρχές Απριλίου και το πρόσθετο 20% που επιβλήθηκε τον Μάρτιο ως απάντηση για τη φαιντανύλη, ουσία της οποίας η προέλευση αποδίδεται από την Ουάσιγκτον στην Κίνα. Από την πλευρά του, το Πεκίνο μείωσε τους δασμούς στο 10%, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η τιμωρία για τη φαιντανύλη θεωρείται αβάσιμη και άδικη.

Ένας συντελεστής δασμών της τάξης του 30% ενδεχομένως να μην αποκλείει εντελώς τις κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, αλλά η αρνητική επίδραση θα είναι σημαντική. Αυτό, με τη σειρά του, θα έχει συνέπειες και για άλλες οικονομίες, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Κίνα, με την εξαγωγική της βάση και την ισχυρή της ανταγωνιστικότητα, θα προσπαθήσει να αναπληρώσει τις απώλειες απευθυνόμενη στην ευρωπαϊκή αγορά, ασκώντας πίεση στις εγχώριες παραγωγικές δυνάμεις της ΕΕ. Οι ευρωπαϊκές αρχές είναι ήδη σε επαγρύπνηση, εξετάζοντας ενδεχόμενα μέτρα – είτε δασμολογικά είτε άλλου τύπου – για την προστασία της βιομηχανικής τους βάσης.

Ήδη από πέρυσι, η ΕΕ είχε υιοθετήσει δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα προκειμένου να περιορίσει την είσοδό τους στην αγορά και να ενισχύσει τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες. Ωστόσο, οι κινεζικές εξαγωγές υβριδικών και συμβατικών οχημάτων αυξήθηκαν σημαντικά. Ενδεικτικά, τον φετινό Απρίλιο οι κινεζικές εξαγωγές προς την ΕΕ αυξήθηκαν κατά 8,3% σε ετήσια βάση, ενώ αντίθετα οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 21% λόγω των αυξημένων δασμών. Την ίδια στιγμή, οι εισαγωγές της Κίνας από την ΕΕ υποχώρησαν κατά 16,5%, με αποτέλεσμα το εμπορικό της πλεόνασμα έναντι της ΕΕ να φτάσει στο ρεκόρ των 90 δισ. δολαρίων το πρώτο τετράμηνο του 2025.

Επιστρέφοντας στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν μέσα στο επόμενο τρίμηνο θα επιτευχθεί μια πιο μόνιμη συμφωνία που να παγιώνει την προσωρινή της Γενεύης ή αν, μετά την παρέλευση της προθεσμίας, οι δασμοί θα αναθεωρηθούν εκ νέου.