Τρεις Αγορές-Στόχοι για το 2020

Το exportnews.gr, σε συνεργασία με το έμπειρο τμήμα έρευνας και ανάλυσης της DK Marketing, αναλύουν και σας προτείνουν τρεις αγορές στόχους για το 2020

ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ είναι η τρίτη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα παγκοσμίως με επιφάνεια 9.826.675 τ. χλμ., που χωρίζεται σε 50 πολιτείες. Αποτελεί επίσης, την τρίτη πολυπληθέστερη  χώρα, πίσω από την Κίνα και την Ινδία, με πληθυσμό 330,720 εκατ. κατοίκους.

Το ΑΕΠ της οικονομία ανέρχεται σε €18,43 τρις, έχοντας παρουσιάσει ρυθμό μεγέθυνσης 2,9% το 2018 και 2,3% το 2019. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι το ΑΕΠ της Αμερικής θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2020, με μικρότερη ένταση και μέσο ρυθμό 2%. Σε βάθος δεκαετίας, βάση εκτιμήσεων της κυβέρνησης, το ΑΕΠ θα μεγεθύνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 3%.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ανέρχεται σε €58.566 και είναι το όγδοο υψηλότερο παγκοσμίως. Το υψηλό επίπεδο ευημερίας που παρουσιάζεται από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αντικατοπτρίζεται και από τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα ανεργίας που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια, φτάνοντας το Σεπτέμβριο του 2019 σε 3,50%.

Η εξαγωγική δραστηριότητα της Αμερικής είναι η δεύτερη σημαντικότερη παγκοσμίως, καθώς οι εξαγωγές της ανέρχονται σε €2,112 τρις. Ωστόσο, η τεράστια ζήτηση αγοράς, έχει μετατρέψει την Αμερική στη χώρα με το μεγαλύτερο όγκο εισαγωγών παγκοσμίως, με €2,212 τρις. Σαν συνέπεια, το εμπορικό Ισοζύγιο της παρουσιάζει διαχρονικά αρνητικές τιμές, γεγονός που οι ασκούντες εμπορευματικής πολιτικής προσπαθούν να ανατρέψουν.

Η ελληνική αγορά έχει κατορθώσει να κατακτήσει σημαντικά μερίδια στις Αμερικάνικες εισαγωγές. Εντούτοις, δεν είναι αντιπροσωπευτικά δεδομένου των δυνατοτήτων των ελληνικών εμπορευμάτων, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στην 68η θέση στην κατάταξη των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, σε αξία εισαγωγών.

 

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Συγκεκριμένα, η χώρα μας έχει καταφέρει να αυξήσει τις εξαγωγές της στην Αμερική κατακόρυφα σε σχέση με τις αρχές του 2000. Mε ρεκόρ αύξησης της αξίας τους (21,98 %), οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ, επιστρέφουν σε επίπεδα προ κρίσης (€1.370,92 το 2008 και €1.370,07 το 2018).

Ωστόσο το γεγονός ότι η Αμερική βρίσκεται στη λίστα των τοπ 10 προορισμών των ελληνικών εξαγωγών, λαμβάνοντας την όγδοη θέση το 2018, εκφράζει την ανάγκη αύξησης των ελληνικών εξαγωγών περαιτέρω. Οι δεσμοί φιλίας που διέπουν τις δύο χώρες, σε συνδυασμό με τη δραστηριοποίηση του ελληνοαμερικανικού επιμελητηρίου και την μεγάλη ελληνοαμερικανική κοινότητα καθιστούν την αγορά των ΗΠΑ ‘παράδεισο’ ευκαιριών για πολλές ελληνικές εταιρείες.

 

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Τα πετρελαιοειδή προϊόντα είναι αυτά που εισάγονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ΗΠΑ. Η αξία τους ανήλθε σε €211,13 εκατ. για το 2018. Εξίσου σημαντικό μερίδιο κατέχουν οι σωλήνες σιδήρου-χάλυβα με €202,03 εκατ. και τα παρασκευάσματα αγροτικών προϊόντων με €169,85 εκατ.

Τα προϊόντα που γνώρισαν τη μεγαλύτερη αύξηση τα τελευταία δύο χρόνια, από την αγορά της Αμερικής, ήταν τα βιομηχανικά. Πιο συγκεκριμένα, η αξία εξαγωγών των σωλήνων σιδήρου-χάλυβα, από €49,564 εκατ. που ήταν το 2017, αυξήθηκε σε €202,03 εκατ. την επόμενη χρονιά. Επίσης, τα είδη αλουμινίου γνώρισαν μεγέθυνση κατά 122,45% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, που κοστολογείται σε αύξηση κατά €79 εκατ., φτάνοντας την αξία εξαγωγών στα €143,65 εκατ.

Μείωση σημειώθηκε στα προϊόντα τροφίμων και ποτών, ενός κλάδου που θεωρείται ισχυρός για την οικονομία της Ελλάδας. Η κακή τοποθέτηση και προώθηση των ελληνικών προϊόντων στην αγορά της Αμερικής, είναι δύο από τα πολλά προβλήματα, τα οποία με σωστή στρατηγική και με βοήθεια από τους ειδικούς της αμερικάνικης αγοράς, είναι δυνατόν να ξεπεραστούν.

Παρ’ όλο που η αγορά των ΗΠΑ αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία για τα ελληνικά προϊόντα, δεν συνεπάγεται ότι είναι εύκολο κάποιος να εισχωρήσει σε αυτήν. Απαιτείται η συνεχή καταγραφή και προσαρμογή στις τάσεις της αγοράς, καθώς και η παρακολούθηση των δημογραφικών δεδομένων. Με τον τρόπο αυτό, η κάθε εταιρεία που επιθυμεί να τοποθετηθεί στη συγκεκριμένη αγορά, έχει τη δυνατότητα να προσαρμόσει και να προωθήσει τα προϊόντα της, με βάση τα χαρακτηριστικά της κάθε αγοράς που στοχεύει.

Όπως προαναφέρθηκε, η Αμερική αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες χώρες παγκοσμίως, όπου ανάμεσα στις πολιτείες υπάρχουν διακυμάνσεις πληθυσμιακής κατανομής, αγοραστικής δύναμης, βιοτικού επιπέδου, αλλά και τρόπου ζωής, παράγοντες που συντελούν σε μια μεγάλη γκάμα διαφορετικών καταναλωτικών προτιμήσεων.

 

Πηγή: World Population Review 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Ο πληθυσμός της Αμερικής κατανέμεται με μεγάλη ανομοιομορφία ανάμεσα στις 50 πολιτείες. Η Καλιφόρνια κατέχει το μεγαλύτερο κομμάτι με 39,7 εκατ. κατοίκους και είναι αυτή που συνεισφέρει το μεγαλύτερο ποσοστό στο ΑΕΠ, με 15%. Το Τέξας είναι η δεύτερη πολυπληθέστερη πολιτεία με πληθυσμό 29,1 εκατ. και συνεισφέρει στο 9% στο συνολικό ΑΕΠ των ΗΠΑ. Το Ουαϊόμινγκ, το Βερμόντ και η Αλάσκα είναι αυτές με τον μικρότερο πληθυσμό, με τις δύο πρώτες να έχουν περίπου 600.000 κατοίκους και την τελευταία 700.000.

 

Πηγή: Statista 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019 

 

 

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως ο συνολικός πληθυσμός των ΗΠΑ ανέρχεται σε 330,720 εκατ. Οριακά, το μεγαλύτερο ποσοστό αποτελείται από γυναίκες με ποσοστό 50,7%, που αντιστοιχεί σε 166,02 εκατ. περίπου. Ο αντρικός πληθυσμός καλύπτει το 49,3%, που αντιστοιχεί σε 161,123 εκατ.

Σχετικά με την κατανομή του πληθυσμού ανά γενεά, το μεγαλύτερο μέρος κατατάσσεται στους Generation X με ποσοστό 31,70%, δηλαδή 104,85 εκατ., ενώ το 31,40% ανήκει στους Generation Ζ, που ισούται με 103,85 εκατ. Τέλος οι Millennials  και οι Baby Boomers κατέχουν μικρότερα ποσοστά με 13,82% και 15,36%, αντίστοιχα.

Μία νέα καταναλωτική ομάδα που τραβάει τα βλέμματα πολλών εταιρειών και γίνεται στόχος τα τελευταία χρόνια, είναι οι HENRYs (High Earners, Not Rich Yet). Στη συγκεκριμένη ομάδα συμπεριλαμβάνονται άτομα που λαμβάνουν ετήσια εισοδήματα μεταξύ €200.000 -€450.000€ ετησίως και δεν ανήκουν στην τάξη των ευκατάστατων ακόμα. Τα υψηλά φορολογικά και καταναλωτικά τους έξοδα δεν τους επιτρέπουν να συσσωρεύσουν πλούτο. Τα περιουσιακά τους στοιχεία κοστολογούνται κάτω του 1 εκατομμυρίου και η μέση ηλικία είναι 43 έτη.

Οι HENRYs μπαίνουν στο στόχαστρο των εταιρειών κυρίως για τις υπερκαταναλωτικές τους διαθέσεις. Οι προτιμήσεις αυτών στηρίζονται κατά κόρων σε luxury προϊόντα, σε συσκευές νέας τεχνολογίας αλλά και οτιδήποτε άλλο πρόκειται να ικανοποιήσει τη τεράστια γκάμα των επιθυμιών τους.

 

Ιαπωνία

Η Ιαπωνία είναι μία από τις πιο αναπτυγμένες ελεύθερες οικονομίες και η τρίτη μεγαλύτερη παγκοσμίως με το ΑΕΠ της να φτάνει τα €4,5 τρις. Πρόκειται για μία πολυπληθή χώρα με πληθυσμό 126,2 εκατ. και με υψηλό επίπεδο διαβίωσης καθώς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανέρχεται σε €40.000. Η οικονομική μεγέθυνση υπολογίζεται σε 0,9% για το 2019, ενώ το 2020 προβλέπεται να ανέλθει σε 0,4%.

Η αγορά της είναι μία από τις πιο ιδιαίτερες παγκοσμίως. Τα επίπεδα ανάπτυξης που έχει επιτύχει στα προηγούμενα έτη την έχουν μετατρέψει σε μία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως. Τα επόμενα χρόνια φαντάζουν αβέβαια για την οικονομική ανάπτυξης της χώρας, κυρίως λόγω των δημογραφικών προβλημάτων και του μεγάλου δημόσιου χρέους, που αντιμετωπίζει.

Πιο συγκεκριμένα, τα κύρια χαρακτηριστικά που συμβάλουν στην επιβράδυνση αλλά και στη διαφοροποίηση της Ιαπωνίας από τις υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες είναι η γήρανση του πληθυσμού, το υψηλό δημόσιο χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ), η μη αυτάρκεια τροφίμων, ο αδρανής πληθωρισμός, η πλήρης απασχόληση και η αδυναμία εύρεσης πηγών παραγωγής πλούτου.

Παρόλο που η Ιαπωνία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εξαγωγική χώρα παγκοσμίως, συνέπεια των παραπάνω προβλημάτων είναι το αρνητικό πρόσημο του εμπορικού ισοζυγίου. Οι κύριοι συντελεστές του συγκεκριμένου προβλήματος είναι η αδυναμία επίτευξης ικανοποιητικής αυτάρκειας σε τρόφιμα και η αδύναμη μεταλλευτική δραστηριότητα.

Το σημερινό ποσοστό αυτάρκειας τροφίμων της Ιαπωνίας είναι το χαμηλότερο μεταξύ των μεγάλων βιομηχανικών χωρών και ως εκ τούτου, έχει γίνει ο μεγαλύτερος καθαρός εισαγωγέας γεωργικών προϊόντων παγκοσμίως.

Επίσης, εισάγει το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσης της για μεταλλεύματα όπως χρυσό, χαλκό, άργυρο και μόλυβδο, αλλά και ορυκτών πόρων όπως φυσικό αέριο πετρέλαιο και άνθρακα. Το γεγονός αυτό καθιστά την αγορά της Ιαπωνίας μία αγορά στόχο για πολλά εξαγωγικά προϊόντα.

Η ελληνική εξαγωγική δραστηριότητα, δεν έχει κατορθώσει να εγκαθιδρυθεί στην Ιαπωνική αγορά, δεδομένου του μηδαμινού μεριδίου επί των συνολικών ιαπωνικών εισαγωγών, που είναι της τάξεως του 0,028%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε €179,19 εκατ. Αν και τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές εξαγωγές στην Ιαπωνία έχουν αυξηθεί, η Ελλάδα παραμένει ο 69ος εισαγωγικός εταίρος της Ιαπωνίας.

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Συγκεκριμένα το 2018 αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τις ελληνικές εξαγωγές στην Ιαπωνία, καθώς σημείωσαν αύξηση από €85,25 εκατ. το 2017 σε €179,19 εκατ., που αντιστοιχεί σε αύξηση 110,2%.

Ωστόσο, η τεράστια διεύρυνση αυτών θεωρείται περισσότερο συγκυριακή και συνδέεται με την έμμεση εξαγορά της ελληνικής Καπνοβιομηχανίας Θράκης (ΣΕΚΑΠ) από την Japan Tobacco Co. Η Ιαπωνική καπνοβιομηχανία εισήγαγε στην αγορά καπνού της Ιαπωνίας, μη επεξεργασμένα καπνά για πρώτη φορά από την Ελλάδα, αξίας €72,39 εκατ., ποσό που αντιστοιχεί στο 40,4% του μεριδίου των ελληνικών εξαγωγών στην Ιαπωνία.

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Η κατηγορία ορυκτά καύσιμα, που αποτελείται κυρίως από αεριωθούμενα καύσιμα, καταλαμβάνει το 25,16% των ελληνικών εξαγωγών. Με αφαίρεση του περιστασιακού παράγοντα των μη επεξεργασμένων καπνών, που αντιστοιχεί σε διαχρονικό ετήσιο μερίδιο 5% με 10%, η κατηγορία ορυκτά καύσιμα λαμβάνει ποσοστό 69% και είναι παραδοσιακά το σημαντικότερο ελληνικό εξαγώγιμο εμπόρευμα στην Ιαπωνική αγορά.

Αξιοσημείωτα ποσοστά διαχρονικά κατέχει το βαμβάκι, με μερίδιο 7,46% και αξία €13,37 εκατ, όπως συμβαίνει και με το αργίλιο & τεχνουργήματα αυτού με ποσοστό 4,89% και αξία €8,76 εκατ. Οι εξαγωγές ελληνικών φαρμακευτικών προϊόντων που μεγεθύνθηκαν σε μεγάλη κλίμακα τα τελευταία έτη, πραγματοποίησαν την εμφάνιση τους και στην αγορά της Ιαπωνίας, με αξία €7,46 εκατ.

Αναπάντεχα, ασθενής είναι η παρουσία ελληνικού ελαιόλαδου, προϊόν που εισάγεται εξ’ ολοκλήρου στην αγορά της Ιαπωνίας. Το μερίδιο αγοράς του αντιστοιχεί μόλις στο 1,99% των συνολικών εισαγωγών ελαιόλαδου, ποσοστό που ισοδυναμεί σε €4,242 εκατ.

Η μικρή παρουσία των ελληνικών προϊόντων στην Ιαπωνία απορρέει από ένα πλήθος παραγόντων. Η έλλειψη ισχυρής αναγνώρισης και ολοκληρωμένων brand είναι δύο από τα κύρια προβλήματα που οδηγούν το συγκεκριμένο γεγονός. Επίσης, η μη σωστή τοποθέτηση και η χαμηλή ποιότητα των ελληνικών προϊόντων στην αγορά, κάνουν τη παρουσία τους παροδική και χωρίς σταθερά θεμέλια.

Οι Έλληνες εξαγωγείς με διαρκή παρακολούθηση των τάσεων της ιαπωνικής αγοράς και την υιοθέτηση των πιο καίριων, τη δημιουργία ισχυρών brand name, τη σωστή παρουσίαση και διαφήμιση, μπορούν να εγκαθιδρυθούν σταθερά και διαχρονικά στη Γιαπωνέζικη αγορά. Για να γίνει κατανοητή η αναγκαιότητα καταγραφής των καταναλωτικών προφίλ και τάσεων της αγοράς, στη συνέχεια αναφέρονται κάποια από τα πιο σημαντικά στοιχεία.

Όπως προαναφέρθηκε, ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ιαπωνία είναι η υπογεννητικότητα και η γήρανση του πληθυσμού. Επίσης, ο πληθυσμός τα χώρας εμφανίζει πτωτική τάση από το 2009 και προβλέπεται ότι θα μειωθεί περαιτέρω μέχρι το 2060 σε 87 εκατ. Ο μέσος όρος ηλικίας ανέρχεται γύρω στα 48 έτη και ως το 2050 θα έχει φτάσει τα 54,7 έτη.

Το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι εύκολο να παρατηρηθεί και από την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού. Το μεγαλύτερο ποσοστό (24,75%) ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 39-54 με 34,62 εκατ. και ακολουθεί η ηλικιακή ομάδα 70 και πάνω (17,11%) με 27,18 εκατ. Το μικρότερο κομμάτι του πληθυσμού ανήκει στην νέα γενιά 0-14, με ποσοστό 10,88%, που αντιστοιχεί σε 15,22 εκατ. άτομα.

 

 

Πηγή: Statistics Bureau of Japan
Επεξεργασία: DK Marketing Market Research & Business Analysis, 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

 

Η κατανομή του πληθυσμού βάση γενιάς, δείχνει ότι το μεγαλύτερο μέρος ανήκει στη κατηγορία Baby Boomer με 39,86 εκατ., όπου 19,11 εκατ. είναι άντρες, ενώ 20,75 εκατ. γυναίκες. Ακολουθεί η Generation X με 34,62 εκατ. με τα 17,51 εκατ. να είναι άντρες και 17,12 εκατ. γυναίκες. Τα μικρότερα πληθυσμιακά μερίδια ανήκουν στους Millennials και στους Generation Z με 12,97 εκατ. και 12,21 εκατ. αντίστοιχα. Από τους Millennials, τα 6,65 εκατ. είναι αντρικού και τα 6,32 εκατ. είναι γυναικείου φύλου, ενώ για τους Generation Z τα 6,28 εκατ. άντρες και τα 5,92 εκατ. γυναίκες.

Συνολικά, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αποτελείται οριακά από άτομα γυναικείου φύλου, με ποσοστό 51,33% που αντιστοιχεί σε 64,75 εκατ. Από την άλλη πλευρά τα άτομα αντρικού φύλου αριθμούν σε 61,4 εκατ. και αποτελούν το 48,68% του συνολικού πληθυσμού.

Απόρροια των παραπάνω αποτελεί η συνεχείς μεταβολή των καταναλωτικών συνηθειών και των καταναλωτικών προφίλ στο πέρασμα του χρόνου. Σε συνδυασμό με το μηδαμινό επίπεδο ανεργίας (2,4%), τον αυξανόμενο αριθμό single νοικοκυριών, των οικογενιών με εργαζόμενους γονείς και των γρήγορων ρυθμών ζωής των τεράστιων πόλεων της Ιαπωνίας, η τάση που κυριαρχεί είναι αυτή της άνεσης.

Οι Ιάπωνες καταναλωτές που είναι στην πλειοψηφία τους εύποροι, μεγάλης ηλικίας, εργαζόμενοι και εύποροι, προτιμούν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, που τους προσφέρουν ταυτόχρονα άνεση. Σημαντικό κριτήριο καταναλωτικής επιλογής είναι η εξοικονόμηση χρόνου, λόγω του μειωμένου ελεύθερου χρόνου που έχουν οι καταναλωτές.

Τέλος, πολλές ευκαιρίες παρουσιάζει και ο κλάδος των συμπληρωμάτων διατροφής δεδομένης της εκπληκτικής ανάπτυξης του, όπου έχει διπλασιαστεί η ζήτηση του την τελευταία τριετία. Το ιαπωνικό καταναλωτικό κοινό αγνοεί πλήρως ότι η Ελλάδα διαθέτει μερικά από τα πλέον ανταγωνιστικά brands του συγκεκριμένου κλάδου, γεγονός που δικαιολογεί την αναγκαιότητα πληροφόρησης των Ιαπώνων εισαγωγέων σχετικά με τον κλάδο αυτό.

 

Ηνωμένο Βασίλειο – Η μετά Brexit εποχή

Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου είναι η έβδομη μεγαλύτερη στον κόσμο, με το ΑΕΠ της να ανέρχεται στα €2,534 τρις. Τα τελευταία έτη, που χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα δεδομένου του επερχόμενου Brexit, η οικονομική μεγέθυνση του ΑΕΠ φαίνεται να επιβραδύνεται.

Το 2019 ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ έφτασε μόλις το 1,2% και τα επόμενα έτη προβλέπεται να παραμείνει σταθερός γύρω στο 1%. Κύριοι παράγοντες της επιβράδυνσης θεωρούνται η μειωμένη ιδιωτική επενδυτική δαπάνη, η μείωση της παραγωγικότητας και της κατανάλωσης των νοικοκυριών. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι αρκετά υψηλό φτάνοντας τις €43.000 ενώ η ανεργία βρίσκεται στο ιστορικά χαμηλό 3,8%.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και πιο συγκεκριμένα το Λονδίνο, θεωρείται το χρηματοοικονομικό της Ευρώπης και κατά συνέπια αποτελεί μία ανοιχτή οικονομία υπηρεσιών. Οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, όπως λογιστικές, νομικές και συμβουλευτικές, λογίζονται σαν ο πυρήνας της οικονομίας. Για το λόγο αυτό, οι εξαγωγές αγαθών της χώρας έχουν αποδυναμωθεί τα τελευταία χρόνια, με μόνο συγκεκριμένους τομείς να παρουσιάζουν δυναμισμό.

Για το 2018, οι εξαγωγές του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν στη δέκατη θέση της παγκόσμιας κατάταξης με αξία εξαγωγών €412,43 δις., ενώ σε επίπεδο εισαγωγών στη Πέμπτη θέση με αξία εισαγωγών €567,022 δις., παρουσιάζοντας αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο κατά €156,6 δις.

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Η χώρα μας είναι ο 50ος σημαντικότερος προμηθευτής και ο 40ος εξαγωγικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Ελλάδα εξήγαγε το 2018 στο Ηνωμένο Βασίλειο εμπορεύματα αξίας €1,027 δις, έχοντας παρουσιάσει αύξηση κατά περίπου 4% σε σχέση με το 2017. Είναι αναγκαίο να επισημανθεί ότι, από την περίοδο που ξεκίνησαν οι συζητήσεις περί Brexit, δεν φαίνεται να υπάρχει αρνητική επίπτωση στο εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών, καθώς μετά από τη μικρή πτώση των ελληνικών εξαγωγών το 2016, αυτές παρουσιάζουν ανοδική τάση.

 

Πηγή: International Trade Center 2019
Επεξεργασία: DK Market Research & Business Analysis Dpt., 2019
Σχεδιασμός: DK Marketing Graphic Design Dpt., 2019

 

Αναφορικά με τις κατηγορίες προϊόντων που εξάγονται περισσότερο από τη χώρα μας στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα φαρμακευτικά προϊόντα κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο, με αξία €153,28 εκατ., παρουσιάζοντας συνεχή αύξηση τα τελευταία χρόνια. Σημαντικά είναι και τα μεγέθη εξαγωγών για γαλακτοκομικά προϊόντα και παρασκευάσματα αγροτικών προϊόντων (λαχανικών, φρούτων, ξηρών καρπών), με αξίες €115,08 εκατ. και €86,35 εκατ., αντίστοιχα

Αξιοσημείωτη ήταν η μεγέθυνση εξαγωγών που ανέδειξαν τα ορυκτά καύσιμα και έλαια, τα οποία μέχρι το 2014 δεν είχαν κάνει την εμφάνιση τους στη βρετανική αγορά ενώ το 2018 η αξία τους ανήλθε σε €39,041 εκατ.

Ωστόσο το μέλλον των ελληνικών εξαγωγών στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει μεγάλη εξάρτηση από την έκβαση των διαπραγματεύσεων της βρετανικής κυβέρνησης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η θετική έκβαση των πραγμάτων, με μία συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, προϋποθέτει μία ευρεία εμπορική, οικονομική και αμυντική συνεργασία, με ίσους όρους ανταγωνισμού και αυτονομίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ. Διασφαλίζονται επίσης οι ελεύθερες οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές, αλλά και η ελεύθερη μετακίνηση προσώπων για βραχυπρόθεσμους ταξιδιωτικούς, επαγγελματικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς (ανταλλαγές φοιτητών).

Σε ένα σενάριο “no deal”, το Ηνωμένο Βασίλειο θα υπολογίζεται σαν τρίτη χώρα από την ΕΕ, με το εμπόριο να μην διέπεται από κάποια διμερής εμπορική σύμβαση. Έτσι, η διεξαγωγή εμπορικών συναλλαγών θα πραγματοποιείται κάτω από τους γενικούς κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου. Κατά συνέπεια, η ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων δεν θα ισχύει, καθώς η επιβολή εθνικών δασμών και πρόσθετων τελωνειακών διατυπώσεων θα είναι γεγονός. Ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι σίγουρο, καθώς όλα θα εξαρτηθούν από την εμπορευματική πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση της χώρας.

Μια πρώτη εξέταση των επιπτώσεων του νέου εθνικού βρετανικού δασμολογίου για την εποχή μετά το Brexit, δείχνει ότι οι κυριότερες εξαγωγικές κατηγορίες δεν θα επηρεαστούν σημαντικά από την επιβολή δασμών. Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση του Γραφείου ΟΕΥ (2019), η αξία των ελληνικών εξαγωγών που θα επηρεαστεί από την τοποθέτηση δασμών (σε περίπτωση μη συμφωνίας), υπολογίζεται περίπου σε €39 εκατ. από το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών, δηλαδή, ποσοστό 3,6% επί του συνόλου.

Τα εμπορεύματα που φαίνεται πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό είναι τα πετρελαιοειδή και τα φύλλα αλουμινίου, ενώ σε μικρότερη κλίμακα τα προϊόντα ένδυσης, προϊόντα όπως τριμμένο τυρί, ρύζι μπανάνες κλπ. (Ετήσια Έκθεση 2019, Γραφείο ΟΕΥ).

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου αποτελεί μία αγορά-ευκαιρία για τις ελληνικές εξαγωγές. Οι επιχειρήσεις για να μην βρεθούν προ εκπλήξεως πρέπει να προετοιμαστούν για παν ενδεχόμενο όσον αφορά το Brexit, αλλά και όσων αφορά τις τάσεις της βρετανικής αγοράς, προκειμένου να αποκτήσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων ανταγωνιστικών.

Όπως είναι γνωστό, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μία άκρως αναπτυγμένη και ανταγωνιστική αγορά η οποία κρύβει πλήθος ευκαιριών, όπως η αγορά τροφίμων και ποτών. Η βρετανική αγορά τροφίμων στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές. Η εγχώρια παραγωγή είναι επαρκής μόνο για το 60% των αναγκών της χώρας ενώ το υπόλοιπο μέρος ικανοποιείται από εισαγωγές. Είναι προφανές ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν έχουν εκμεταλλευτεί σε σημαντικό βαθμό τις ευκαιρίες της αγοράς τροφίμων της Βρετανίας. Οι εταιρείες που επιθυμούν να επεκταθούν στη συγκεκριμένη αγορά πρέπει να έχουν σωστή στρατηγική, ισχυρά brands, καινοτόμους μεθόδους προβολής και συσκευασίας (όπου χρειάζεται), αλλά και καθοδήγηση από τους ειδικούς της αγοράς.