ΚΩΝ/ΝΟΣ ΜΑΥΡΌΠΟΥΛΟΣ,
Δ/ντης Ανάπτυξης της TÜV AUSTRIA HELLAS
H ποιότητα, η ασφάλεια καθώς και η αειφορία στον τρόπο παραγωγής και διάθεσης των τροφίμων, είναι έννοιες που οι επιχειρήσεις του αγροδιατροφικού τομέα οφείλουν να υιοθετούν,πριν ακόμα από την πιστοποίησή τους, καθώς επηρεάζουν την βιωσιμότητα μιας επιχείρησης. Η διασφάλιση της υγείας των καταναλωτών και η προστασία των πόρων παραγωγής άλλωστε συμβάλουν καθοριστικά στην προστασία του κύρους και την μετέπειτα πορεία εξέλιξης των δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης.
Η πιστοποίηση,των ελληνικών προϊόντων με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διαθέτουν, λόγω της τοπογραφίας της υπαίθρου και του κλίματος της χώρας μας, αλλά και της τεχνογνωσίας και καινοτομίας στην παραγωγή που έχουμε αναπτύξει στον τομέα των τροφίμων, αποτελεί σαφέστατα σημαντικό μέσο που παίζει κομβικό ρόλο στην ανάδειξη κάθε σχετικής πρόνοιας που λαμβάνει μια επιχείρηση σύμφωνα με διεθνείς προδιαγραφές ποιότητας και αειφορίας.
Όπως αποδεικνύεται στην πράξη, η πιστοποίηση σε συνδυασμό με την αναγνωρισιμότητα του κύρους του φορέα ελέγχου που την παρέχει, επηρεάζουν το βαθμό επιτυχίας της προσπάθειας εξωστρέφειας των ελληνικών προϊόντων.
Άλλωστε οι ανάγκες των διεθνών – αλλά και εγχώριων – αγορών τροφίμων, τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει, εφόσον χρειάζεται να καλυφθούν οι σύγχρονες ανάγκες των καταναλωτών, οι οποίες αυξάνονται ολοένα και περισσότερο, σε πολλές περιπτώσεις λόγω οικονομικών κινήτρων, νοθείας ή ανίχνευσης επικίνδυνων για την δημόσια υγεία ουσιών σε βασικά είδη καθημερινής διατροφής.
Έτσι, τα πρότυπα πιστοποίησης τροφίμων πλέον,καλύπτουν και έννοιες που ξεπερνούν τα στενά όρια της ασφάλειας από ακούσια ή τυχαία αστοχία κατά τη διαδικασία παραγωγής τους. Για παράδειγμα, η μέριμνα μιας επιχείρησης για ενσωμάτωση διαδικασιών δια- χείρισης θεμάτων foodfraud (απάτης στα τρόφιμα) και food defense (άμυνα στη διαδικασία παραγωγής τροφίμων), αποτελούν σημαντική εξέλιξη στο χώρο της πιστοποίησης, η οποία ικανοποιείται μέσω των πλέον διαδεδομένων διεθνών προτύπων ασφάλειας τροφίμων όπως τα ISO 22000, FSSC22000, IFS και BRC.
Ομοίως, οι κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις σε όλο τον κόσμο, που έχουν επηρεάσει και τη χώρα μας περαιτέρω με τη μετακίνηση πληθυσμών από άλλες χώρες, έχει ωθήσει τη διεθνή αγορά τροφίμων στην αναζήτηση προμηθευτών οι οποίοι διασφαλίζουν μέσω της πιστοποίησης των προϊόντων και υπηρεσιών τους, αξίες όπως το ηθικό εμπόριο, τα εργατικά δικαιώματα και ο σεβασμός των τοπικών κοινωνιών με τις οποίες αλληλοεπιδρούν. Ως απόρροια αυτών των εξελίξεων, ακόμα πιο εξειδικευμένα πρότυπα όπως το GRAPS ή και προδιαγραφές αξιολόγησης όπως το SEDEX/ SMETA αποτελούν εργαλεία διαφοροποίησης που συνοδεύουν κάθε εξαγόμενο ελληνικό προϊόν ή υπηρεσία.
Η πιστοποίηση όμως, δεν αποτελεί μόνο εργαλείο προβολής των δεσμεύσεων μιας επιχείρησης ως προς τις απαιτήσεις του εκάστοτε προτύπου και προδιαγραφών ελέγχου, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί εργαλείο βελτίωσης των καθημερινών δραστηριοτήτων και λειτουργιών της, καθώς και μοχλό ανάπτυξης που την «δένουν» με υπάρχουσες και οδηγώντας σε νέες συνεργασίες με πελάτες και αγορές. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, που στρατηγικά θέτει κάθε ελληνική επιχείρηση στο πλαίσιο ενός σύγχρονου marketing τροφίμων, η TÜV AUSTRIA HELLAS αποτελεί εμπράκτως αξιόπιστο συνεργάτη και αρωγό της ελληνικής επιχειρηματικότητας, με την ηγετικής της παρουσία στο χώρο, το πληρέστερο χαρτοφυλάκιο υπηρεσιών πιστοποίησης στον αγροδιατροφικό τομέα, αλλά και τη διεθνή αναγνωρισιμότητα των Πιστοποιητικών της.